φρυκτωρῶ

φρυκτωρῶ
φρυκτωρέω
make fire-signals
pres subj act 1st sg (attic epic doric)
φρυκτωρέω
make fire-signals
pres ind act 1st sg (attic epic doric)
φρυκτωρός
one who watches on a height to make fire-signals
masc gen sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • φρυκτωρώ — φρυκτωρῶ, έω, ΝΜΑ [φρυκτωρός] (στην αρχαιότητα) μεταδίδω σήματα με πυρσούς για συνεννόηση σε μεγάλες αποστάσεις μσν. αρχ. μτφ. φωτίζω («πόθεν ἥλιος φρυκτωρεῑ πάσῃ τῇ οἰκουμένη, καὶ πάσαις ὄψεσι», Γρηγ. Ναζ.) …   Dictionary of Greek

  • φρυκτώρησις — ήσεως, ἡ, Μ [φρυκτωρῶ] η ενέργεια τού φρυκτωρώ …   Dictionary of Greek

  • παραφρυκτωρώ — έω, Α δίνω μυστικό μήνυμα στον εχθρό με πυρσούς, ειδοποιώ προδοτικά τους εχθρούς με πυρσούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + φρυκτωρῶ «δίνω σήμα με πυρσούς»] …   Dictionary of Greek

  • φρυκτώρημα — ήματος, τὸ, Μ [φρυκτωρῶ] λάμψη, φεγγοβόλημα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”